Photo courtesy of Huffington Post
(edited)
Αυγή
Αυγή
Μπήκε στο σκοτεινό χώρο νιώθοντας σαν αγριεμένο ζώο. Ανακατεύτηκε με το πλήθος, αγγίζοντας ιδρωμένα κορμιά στο πέρασμά της, αποφεύγοντας μεθυσμένα μάτια. Πέρα από μερικές φευγαλέες ματιές, αφηρημένες, κανείς δεν της έδωσε περισσότερη σημασία. Στα μάτια του κόσμου έδειχνε φυσιολογική, σαν όλους τους άλλους - μέσα της ήταν που άρχιζε να μαίνεται μια θύελλα.
Ο χώρος γνωστός, ένα στέκι που το ένιωθε πια σαν δεύτερο σπίτι. Το πρόσωπο πίσω από το μπαρ γνωστό κι αυτό, ένας άνθρωπος που πρόσφερε απλόχερα την παρέα του και δυο φιλικές κουβέντες μέσα στα σκοτάδια της νύχτας.
«Καλώς την Αυγή! Κι είχα αρχίσει να βαριέμαι απόψε, χωρίς κάποιον γνωστό εδώ να μιλάμε…»
Τα μάτια της ήταν σκοτεινά, ανταριασμένα, μα εκείνος δεν το αντιλήφθηκε στο ημίφως.
«Γεια σου, Χριστόφορε. Λυπάμαι… απόψε βρίσκομαι εδώ όχι για χάρη σου, μα για χάρη δική μου. Για να μπορέσω να είμαι μαζί σου και πάλι από αύριο. Αύριο θα μιλήσουμε. Σήμερα είμαι για μένα… ναι;»
Ο Χριστόφορος απόρησε, αλλά το βλέμμα της εκλιπαρούσε για ησυχία. Ήθελε να ρωτήσει «Πώς και μόνη απόψε;» αλλά δεν το τόλμησε. Ένας καλός μπάρμαν ξέρει πότε πρέπει να μιλά, και πότε να σωπαίνει.
Της έβαλε το συνηθισμένο της - ουίσκι με πάγο - και απομακρύνθηκε, χωρίς όμως να πάρει εντελώς τη ματιά του από πάνω της.
Η Αυγή κάθισε στο ψηλό σκαμπό του μπαρ, μια φιγούρα σοβαρή, μόνη ανάμεσα σε γελαστές παρέες, και έστρεψε την πλάτη της στους θαμώνες. Δεν υπήρχε κανείς για κείνη. Το μόνο που ήθελε ήταν να σκεφτεί, σε ένα χώρο απρόσωπο, ουδέτερο. Μακριά από το σπίτι.
Ήπιε την πρώτη γουλιά, άφησε απότομα το ποτήρι και το υγρό στροβιλίστηκε. Το κοίταξε και σαν σε όνειρο, ένιωσε δίπλα της μια παρουσία. Γύρισε για να αντικρίσει ένα νεαρό.
«Γεια σου κούκλα. Μόνη; Να κεράσω ένα…;»
Το βλέμμα που του έριξε, μίλησε αντί για κείνη. Ο νεαρός έγινε καπνός, ψελλίζοντας ένα «σόρι ρε συ, οκ, φεύγω».
Έκτοτε, πολλοί την κοίταξαν, κανείς δεν την ενόχλησε. Η γλώσσα του σώματος γίνεται εύκολα κατανοητή, γιατί είναι πανανθρώπινη – κι όποτε οι λέξεις χωλαίνουν, κρύβονται και σωπαίνουν, αυτή συνεχίζει να μιλά, να φωνάζει, να αναλύει και να εξηγεί.
Ήπιε άλλη μια γουλιά και, ακουμπώντας το ποτήρι στον πάγκο, αφέθηκε στις σκέψεις της. Μεταφέρθηκε μεμιάς ένα χρόνο πριν – τότε που ξεκίνησαν όλα ετούτα ανάμεσά τους.
Εκείνο το βράδυ είχαν βγει για φαγητό. Μετρούσαν ήδη δυο μήνες σχέσης ως τότε και όλα εκτυλίσσονταν ειδυλλιακά: αμοιβαίο ενδιαφέρον, μοιρασιά, χαρούμενα γέλια, εκδρομές, εκείνος να κρατά το χέρι της, εκείνη να χαϊδεύει τα μαλλιά του, κι ανάμεσά τους αόρατα σχοινιά να δημιουργούν σιγά-σιγά το αίσθημα του ανήκειν.
Ήταν η ιδανική βραδιά, μέχρι τη στιγμή που εκείνη αποφάσισε να καλέσει το σερβιτόρο για να παραγγείλει και κάτι ακόμη. Το αποτέλεσμα ήταν ένας τρικούβερτος καυγάς μεταξύ τους - ο πρώτος από όσους θα ακολουθούσαν.
«Γιατί δεν μου είπες εμένα τι ήθελες, να το ζητήσω, και φώναξες εσύ το σερβιτόρο; Τι σε έπιασε; Σου αρέσει, ε; Τον έχεις ξαναδεί! Γι’ αυτό και ντύθηκες έτσι…»
Απέμεινε βουβή αρχικά, σαστισμένη. Έπειτα δικαιολογήθηκε με λόγια αγάπης, τηρώντας ταυτόχρονα μια αμυντική στάση, άγνωστο για ποιο λόγο - ίσως ενστικτωδώς. Κοίταξε τα απλά της ρούχα. Τίποτε το εξεζητημένο, τίποτε το αποκαλυπτικό. Προσπάθησε να τον καθησυχάσει με την αλήθεια της. Ήταν τόσο ερωτευμένη μαζί του, τίποτε άλλο δεν σκεφτόταν πέρα από εκείνον. Έπιασε τον εαυτό της να κολακεύεται από τη ζήλια του. Δεν της άρεσαν οι φωνές, της άρεσαν όμως τα «συγγνώμη» - είναι δύσκολο να ζητάει κανείς συγγνώμη. Κι έτσι, το προσπέρασε.
Ήπιε άλλη μια γουλιά και θυμήθηκε άλλες εικόνες: καυγάδες, φωνές. Τη μέρα, τη νύχτα. Μέσα στο σπίτι, έξω στο δρόμο. Κάπου στα εκ των υστέρων «σ’ αγαπώ», στα «σε θέλω δική μου» και στις εκ των υστέρων αγκαλιές, κολακεύτηκε ξανά. Πόσο ανόητη, πόσο τυφλή!
Ο χρόνος κυλούσε. Το σήμερα με λόγια γλυκά, το αύριο με φωνές, το μεθαύριο πάλι με φωνές, μια ολόκληρη βδομάδα με φωνές… κι ύστερα λουλούδια στην αγκαλιά της, ξανά «σ΄αγαπώ», ξανά να κολακεύεται, να την πνίγει η ανάγκη για δικαιολογίες. Για τον εαυτό της, για εκείνον. Μια ατέλειωτη βόλτα με το τρενάκι του παραλόγου, πάνω στις σκουριασμένες ράγες ενός φαύλου κύκλου.
Θυμήθηκε τότε που δέχτηκε το πρώτο χαστούκι. Σοκαρίστηκε, πόνεσε, θύμωσε, έκλαψε. Έμεινε. Την κράτησαν εκείνα τα «συγγνώμη» και τα «σ΄αγαπώ»; Όχι. Την κράτησε ο δικός της φόβος να μη μείνει μόνη, να μη χάσει κάποιον που νόμιζε ότι ήταν σημαντικός, κάποιον που νόμιζε ότι την αγαπούσε.
Κι έπειτα, ήρθε εκείνη η κλωτσιά. Επί δυο βδομάδες έκρυβε επιμελώς το αιμάτωμα στο σώμα της. Ώσπου, από μια δική της απροσεξία, το παρατήρησε μια γνωστή της. Δεν είχε πια φίλους, τους είχε διώξει. «Έπεσα από τη σκάλα». Κλισέ, αλλά αναγκαία δικαιολογία. Δεν ήθελε άλλα μπλεξίματα. Δεν ήθελε να εξηγήσει. Δεν ήθελε να τον χάσει.
Κι αυτός έλεγε ότι δεν ήθελε να τη χάσει. Τον πίστευε.
Θυμήθηκε εκείνη τη φορά στο δρόμο. Τούφες από τα μαλλιά της στα χέρια του. Περαστικοί να κοιτούν, άπραγοι. «Βοήθεια» φώναζε μια τρομοκρατημένη φωνή κάπου μέσα της. «Γλιτώστε με, δεν υπάρχει κανείς»; Κανείς. Άκουσε έναν περαστικό, θεατή του δράματος, του δικού τους δράματος, να λέει στο διπλανό του: «Άσ’ τους, μη μπλέκεσαι, αυτά είναι δικά τους θέματα, οικογενειακά. Τι μπορείς να κάνεις;». Τα βήματά του καθώς απομακρυνόταν αντηχούσαν στο πεζοδρόμιο, όπως αντηχούσαν οι βρισιές που ξεστόμιζε εκείνος εναντίον της.
Κανείς.
Κι εκείνη να θέλει πια να τον χάσει, αλλά να φοβάται τι θα της συμβεί μετά τη φυγή.
Θυμήθηκε τις στιγμές λίγο πριν έρθει στο μπαρ. Του είχε πει ότι δε θα τον συναντούσε απόψε, θα έμενε στο σπίτι να χαλαρώσει, ήταν κουρασμένη. Άλλη μια νύχτα με δικαιολογίες, άλλη μια ενοχική νύχτα με ποτό και τσιγάρα, άλλη μια ατέλειωτη νύχτα όπου θα έψαχνε το κουράγιο.
Τα τσιγάρα τέλειωσαν, κι εκείνη βγήκε να αγοράσει. Πριν προλάβει να φτάσει στο περίπτερο, άκουσε ένα αυτοκίνητο να μαρσάρει πίσω της, να έρχεται καταπάνω της στο έρημο στενό. Ήταν εκείνος, την παρακολουθούσε. Αισθανόταν το οργισμένο του βλέμμα να την καρφώνει σαν μαχαιριά, η σιγουριά του ότι του είχε πει ψέματα ήταν σχεδόν απτή.
Πετάχτηκε στο πλάι, δευτερόλεπτα πριν έρθει για κείνη η – πολυπόθητη, άραγε;- λύτρωση. Τον απέφυγε. Ένα θηρίο με τέσσερις ρόδες και με ένα άλλο θηρίο για οδηγό, πέρασε δίπλα της σαν σίφουνας. Τον παρακολούθησε να χάνεται στη στροφή, κι έπειτα άρχισε να τρέχει, στην αρχή σιγά και έπειτα όλο και πιο γρήγορα, με κατεύθυνση προς το μπαρ.
Ήπιε άλλη μια γουλιά και είδε τον εαυτό της στο μετά. Φωνές, μελανιές, «συγγνώμη», φωνές, χτυπήματα, γρατσουνιές, «σ΄αγαπώ, δεν το ξέρεις;». Σπασμένο χέρι, τσακισμένα φτερά. Φόβος, παραίτηση, ενοχή. Ένα παιδικό χέρι να της τραβάει τη φούστα, γιατί φοβάται να κλάψει, να μιλήσει, να γελάσει, φοβάται τις συνέπειες, φοβάται για το ίδιο και για τη μαμά του.
Όχι.
Όχι πια.
Όχι άλλο.
Το αποψινό βράδυ σκοπεύει να το εκμεταλλευτεί για να σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους. Όχι του δικού της τέλους, απλά, του τέλους. Εδώ. Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια, στέρεψε η ψυχή της.
Βάζει η ίδια τον εαυτό της κάτω τώρα, τον στήνει στον τοίχο, τον αναγκάζει να δει την τοξικότητα της κατάστασης, την αρρώστια. Πρέπει. Πρέπει να πάψει πια να αποστρέφει το βλέμμα της, «εν ονόματι». Ποια αγάπη; Ποιες δικαιολογίες και για ποιον; «Ποια είσαι; Τι ζητάς; Ανόητη, σε ποια χίμαιρα πιστεύεις;»
Όχι.
Όχι πια.
Όχι άλλο.
Ο Χριστόφορος την πλησιάζει. Η ώρα περασμένη, το μπαράκι έχει αδειάσει προ πολλού. Εκείνη δεν το ξέρει, δεν το παρατήρησε: βρίσκεται στο χώρο, και ταυτόχρονα δεν είναι.
Δίνεται μια μάχη εδώ απόψε, το γνωρίζει καλά ο Χριστόφορος. Το έχει ξαναδεί σ’ αυτή τη δουλειά, το έχει παρατηρήσει να συμβαίνει και σε άλλους ανθρώπους, που κουβαλούν άλλες ιστορίες και αναμετρούνται με τους δικούς τους δαίμονες μέσα στη σκοτεινιά.
Η Αυγή νιώθει πάνω στο χέρι της το άγγιγμά του. Το βλέμμα της ξεθολώνει, επανέρχεται στο χώρο και στο χρόνο. Το άγγιγμά του είναι ελαφρύ, καθησυχαστικό και ταυτόχρονα κάπως ανήσυχο.
«Αυγή; Ξημερώνει… μείναμε εσύ κι εγώ, πρέπει να κλείσω. Είσαι καλά; Αυγή;»
Σωπαίνει για δυο στιγμές. Κι ύστερα, τον κοιτάζει με ένα απροσδιόριστο βλέμμα.
«Ναι, είμαι καλά… Σε ευχαριστώ. Ξημερώνει είπες, ε; Η νύχτα τελειώνει… Η αυγή πάντοτε διώχνει το σκοτάδι, Χριστόφορε».
Τι περίμενε από αυτόν να της απαντήσει; Ο Χριστόφορος δεν ήξερε. Πριν προλάβει να διαλέξει τα λόγια του, η Αυγή μίλησε πάλι.
«Η Αυγή θα το διώξει το σκοτάδι… Θα τα πούμε, Χριστόφορε. Την επόμενη φορά σου υπόσχομαι να είμαι καλύτερη παρέα».
Άφησε ένα χαρτονόμισμα στο μπαρ και κατευθύνθηκε ήρεμα πια, προς την έξοδο. Έξω είχε αρχίσει να χαράζει, κι ένα γλυκό ρόδινο φως απλωνόταν στον ορίζοντα.
«Καλή μέρα να ’χεις, Αυγή!» της είπε ο Χριστόφορος. «Και να προσέχεις…»
Τα λόγια του αιωρήθηκαν για λίγο στον ερημωμένο πια χώρο, κι έπειτα, αντηχώντας, ακολούθησαν την κοπέλα, την ώρα ακριβώς που εκείνη ενωνόταν με το ρόδινο λυκαυγές.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η "Αυγή" είναι η δική μου συμμετοχή στις Ιστορίες της Νύχτας.
Κάπως μεγάλη σε έκταση η ιστορία μου, το ξέρω. Ρισκάρω να κουράσει, μα δεν το μετανιώνω που αφέθηκα. Έπρεπε να "ακούσω" την Αυγή και όλα όσα είχε να μου πει.
Και είχε πολλά να πει...
Αν καταφέρατε να φτάσετε ως εδώ, σας ευχαριστώ.
Αν όχι, και πάλι σας ευχαριστώ!
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Οι "Ιστορίες της Νύχτας" είναι μια ιδέα/πρόσκληση της Αριστέας (Η ζωή είναι ωραία).
Για να εξηγήσω περί τίνος πρόκειται, μεταφέρω εδώ (από το ιστολόγιό της) τα λόγια της:
Για να εξηγήσω περί τίνος πρόκειται, μεταφέρω εδώ (από το ιστολόγιό της) τα λόγια της:
"Ιστορίες της Νύχτας.
Ιστορίες του μπαρ, του δρόμου,
της κλίνης,
γεμάτης ή άδειας.
Άφησε τη φαντασία σου να τρέξει.
Και να επιλέξεις.
Κάτι σκοτεινό.
Κάτι παρεΐστικο, κάτι μοναχικό.
Μπορεί πονεμένο.
Κάτι που θέλει να ξημερώσει, που προσμένει.
Κι αν είσαι της Ποίησης και μπορείς
τους στίχους σου με της νύχτας τα πέπλα να τυλίξεις,
πολύ θα το χαρώ να σε διαβάσω."
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
→ Στο πλαίσιο καμπάνιας κατά της ενδοικογενειακής βίας, δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, βίντεο έχουν δημιουργηθεί. Σίγουρα θα έχετε δει κάποιο από αυτά.
Επέλεξα το παρακάτω:
Εδώ οφείλω να σας προειδοποιήσω: οι εικόνες του ίσως να είναι σοκαριστικές για εσάς. Αλλά το ίδιο σοκαριστικές είναι και στην πραγματική ζωή οι εικόνες της ενδοοικογενειακής βίας.
Μας χρειάζεται αυτό το σοκ που επιφέρουν οι καμπάνιες και τα βίντεο, μας χρειάζεται να ξεβολευόμαστε για λίγο. Για να θυμόμαστε να μη στρέφουμε ποτέ τις πλάτες μας στην Αυγή (και στην κάθε Αυγή) αυτού του κόσμου. Για να αφυπνιστούμε, να δράσουμε, να στηρίξουμε και να βοηθήσουμε.
Κι αν είμαστε εμείς η Αυγή της ιστορίας, μας θυμίζουν πως δεν είμαστε μόνες, δεν είμαστε οι μόνες. Και πως υπάρχουν κατάλληλοι άνθρωποι και μέρη, όπου μπορούμε να στραφούμε για βοήθεια.
Κι αν είμαστε εμείς η Αυγή της ιστορίας, μας θυμίζουν πως δεν είμαστε μόνες, δεν είμαστε οι μόνες. Και πως υπάρχουν κατάλληλοι άνθρωποι και μέρη, όπου μπορούμε να στραφούμε για βοήθεια.
Στην Ελλάδα, οι γυναίκες που χρειάζονται βοήθεια μπορούν να απευθύνονται στη Γραμμή SOS 15900. Πρόκειται για µια υπηρεσία εθνικής εµβέλειας, που δίνει τη δυνατότητα στις γυναίκες θύµατα βίας, ή σε τρίτα πρόσωπα, να επικοινωνήσουν άµεσα µε ένα φορέα αντιµετώπισης της έµφυλης βίας. Τη γραμμή στελεχώνουν ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι που παρέχουν άμεση βοήθεια σε έκτακτα και επείγοντα περιστατικά βίας σε 24ωρη βάση, 365 µέρες το χρόνο. Ταυτόχρονα υπάρχει δυνατότητα ηλεκτρονικής επικοινωνίας των γυναικών µέσω της διεύθυνσης e-mail: sos15900@isotita.gr.
Η Γραμμή απευθύνεται σε γυναίκες που:
- υφίστανται σωµατική κακοποίηση.
- υφίστανται ψυχολογική, συναισθηµατική ή λεκτική βία
- υφίστανται οικονοµική βία
- έχουν υποστεί βιασµό ή απόπειρα βιασµού
- έχουν υπάρξει θύµατα πορνείας ή trafficking
- έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία, σε κοινωνικό χώρο, στην οικογένεια
Και σε:
- πολίτες και φορείς, προκειµένου να πληροφορηθούν για θέµατα σχετικά µε την πρόληψη και την αντιµετώπιση της βίας κατά των γυναικών
Η Γραμμή και οι Σύμβουλοι:
- Παρέχουν πληροφόρηση για θέµατα ισότητας των φύλων.
- Παρέχουν ψυχοκοινωνική συµβουλευτική σε περιστατικά που απαιτούν άµεση ψυχολογική και κοινωνική στήριξη και σχετίζονται µε βία κατά των γυναικών.
- Παραπέμπουν περιστατικά σε Ξενώνες, σε Συµβουλευτικά Κέντρα κατά της βίας, σε Υπηρεσίες Υγείας και σε άλλους συνεργαζόµενους φορείς.
- Παρέχουν εξειδικευμένες υπηρεσίες συμβουλευτικής, επιδεικνύοντας συναισθηματική κατανόηση και προσφέροντας ανακούφιση στις γυναίκες.
- Τηρούν το απόρρητο της συµβουλευτικής κι ενηµερώνουν τη συµβουλευόµενη ότι τηρούνται οι κανόνες της εχεµύθειας.
- Ενθαρρύνουν τις γυναίκες να βγουν από την αποµόνωση, να κατανοήσουν ότι δεν είναι µόνες και ότι δεν ευθύνονται για τη βία που υφίστανται
Σκοπός των παρεχόμενων υπηρεσιών είναι η ενδυνάμωση των γυναικών και η επανάκτηση της αυτοεκτίμησής τους ώστε να μπορέσουν να αναλάβουν την ευθύνη της επαγγελματικής, προσωπικής και οικογενειακής τους ζωής και να πάρουν οι ίδιες τις καλύτερες αποφάσεις για το μέλλον τους. (μεταφέρω αυτολεξεί από την πηγή: http://womensos.gr/ και πιο συγκεκριμένα, από εδώ).